Η Γέννηση
Χρόνος: 15 Ιουλίου 1943 (Γερμανική Κατοχή)
Τόπος: Αθήνα. Νέα Κυψέλη, οδός Λαχανά 85, στο σπίτι που κατοικούσε η οικογένεια Κηλαηδόνη.
Συνθήκες: Ο πατέρας του Λουκιανού, Δημήτρης Κηλαηδόνης, Τοπογράφος Μηχανικός, απόφοιτος του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, οργανωμένος στο Ε.Α.Μ., είχε περάσει στην παρανομία λόγω της αντιστασιακής του δράσης.
Όπως έλεγε ο Λουκιανός, ένα βράδυ, εννέα μήνες πριν γεννηθεί, ο πατέρας του πηδώντας από ταράτσα σε ταράτσα –τότε η γειτονιά είχε μόνο μονοκατοικίες– επισκέφτηκε την μάνα του και έτσι γεννήθηκε εκείνος.
Ο Λουκιανός ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας, είχε προηγηθεί η γέννηση του μεγαλύτερου αδελφού του, του Κώστα, δύο χρόνια πριν.
Παιδικά χρόνια
Μεγάλωσε στη γειτονιά που γεννήθηκε, την Νέα Κυψέλη, μια μεσοαστική λαϊκή γειτονιά της Αθήνας με χωματόδρομους και χαμηλά σπίτια.
Στο σπίτι, ήταν μόνο γυναίκες και ο λίγο μεγαλύτερος αδελφός του Κώστας, γιατί ο πατέρας του ήταν ή στην παρανομία ή στη φυλακή και την εξορία.
Οι γυναίκες που τον μεγάλωσαν ήταν η γιαγιά του Μαρία Χριστοδούλου, είχε έρθει πρόσφυγας από τη Μ. Ασία (Τσεσμέ Σμύρνης), η θεία του Βαγγελίτσα και η μητέρα του Ιάσμη, που είχαν έρθει και αυτές από το Τσεσμέ, κοπελίτσες ακόμη.
Η μητέρα του Ιάσμη, είχε διοριστεί στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας και έτσι συντηρούσε την οικογένεια, γιατί ο πατέρας Δημήτρης Κηλαηδόνης, ήταν απών λόγω εξορίας. Όπως λέει ο ίδιος: «Προέρχομαι από αριστερή οικογένεια, τουλάχιστον από τη μεριά του πατέρα μου. Η μητέρα μου ποτέ δεν εκδηλώθηκε πολιτικά, αλλά σίγουρα δεν ήταν κομμουνίστρια. Εκείνο που εκτιμούσα πάντα στη μητέρα μου είναι πως όταν ο πατέρας μου ήταν στην εξορία, παρ’ όλο που η ίδια τραβούσε μεγάλο ζόρι για να τα φέρει βόλτα, ποτέ δεν τον πίεσε να υπογράψει δήλωση. Σεβάστηκε με το παραπάνω την ιδεολογία του, όσο και αν αυτή η ιδεολογία έφερε μεγάλη ταλαιπωρία στην οικογένειά μας.
Τον πατέρα μου τον γνώρισα το ’52, όταν βγήκε με τους τελευταίους από τη Μακρόνησο, χωρίς να υπογράψει. Ήμουνα εννιά χρονών. Πριν τον αφήσουν ελεύθερο, τον έφεραν στο Τμήμα Μεταγωγών (αν θυμάμαι καλά, ήταν κάπου προς τη Φιλελλήνων). Έτσι, ένα χειμωνιάτικο απόγευμα πήγαμε να τον δούμε. Μπήκαμε στην αυλή του Τμήματος Μεταγωγών, η μητέρα μου μας έδειξε έναν κύριο και είπε: “Αυτός είναι ο μπαμπάς σας”. Μετά από λίγες μέρες ήταν ελεύθερος, ήρθε στο σπίτι. Τότε είπαμε με τον αδερφό μου: “Ρε συ, να καρφώσουμε τίποτα ξύλα στα παράθυρα, να μην ξαναφύγει ποτέ”.»
«…Μπήκαμε στην αυλή του Τμήματος Μεταγωγών, η μητέρα μου μας έδειξε έναν κύριο και είπε: “Αυτός είναι ο μπαμπάς σας”. Μετά από λίγες μέρες ήταν ελεύθερος, ήρθε στο σπίτι. Τότε είπαμε με τον αδερφό μου: “Ρε συ, να καρφώσουμε τίποτα ξύλα στα παράθυρα, να μην ξαναφύγει ποτέ”…»
Η γειτονιά
Η Κυψέλη έπαιξε μεγάλο ρόλο στη ζωή του Λουκιανού.
Λουκιανός και Κυψέλη είναι απόλυτα συνδεδεμένα.
Όταν τον είχαν ρωτήσει σε μια συνέντευξη για ποιόν θα πέθαινε, είχε απαντήσει: «για την Αθήνα, για την Κυψέλη με ένα άσπρο πουκάμισο».
Στην Κυψέλη γεννήθηκε και μεγάλωσε και η ψυχή του έμεινε για πάντα εκεί. Λέει ο ίδιος: «Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Νέα Κυψέλη, Λαχανά 85. Το σπίτι μας βρισκόταν στο κομμάτι της Λαχανά που περιβάλλεται από δύο καθέτους, την Δελβίνου και την Οστρόβου. Ήταν μια μονοκατοικία σε κλίση, όπως όλα τα σπίτια στη γειτονιά. Η κυρίως κατοικία ήταν στο ισόγειο και, λόγω της κλίσης, υπήρχε από κάτω πλυσταριό και από πάνω ταράτσα. Στην πίσω μεριά υπήρχε αυλή. Όλη η Νέα Κυψέλη ήτανε χωματόδρομος τότε. Σχεδόν σε κάθε σπίτι υπήρχαν ένα, δύο ή και τρία παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Δίπλα ακριβώς από μας, μεσοτοιχία, ζούσε μια λαϊκή οικογένεια. Ο πατέρας, ο κυρ- Μήτσος, ήταν εργάτης. Έφευγε κάθε πρωί με την αξίνα στον ώμο και την καστάνια μέσα στην καρώ πετσέτα. Ήτανε δεξιός. Είχε τρία παιδιά. Η μικρότερη, η Καίτη, ήταν η φίλη των παιδικών μου χρόνων. Τα μεγαλύτερα αδέλφια της λεγόταν Παλάσα και Χρήστος. Έμαθα λοιπόν από μικρός να κάνω διαχωρισμό ανάμεσα στα κορίτσια-γκόμενες και τα κορίτσια-φίλες.»
«Κι εκείνα που βλέπω να μένουν τελικά, είναι κάτι πάρτι σε ταράτσες, σαν της Λαχανά 87, πάρτι ρεφενέ και δίπλα σε γιαπιά, που δεν ξαναγίνονται πια»
Λουκιανός Κηλαηδόνης/ Συνέντευξη στο περιοδικό Ποπ & ΡοκΤο σχολείο
Ο Λουκιανός έχει πει για τα σχολικά του χρόνια: «(…) Είχαμε πολλές παράλληλες πορείες με τον αδελφό μου. Κυρίως με τα διάφορα σχολεία που αλλάξαμε, από τρία-τέσσερα ο καθένας. Γιατί όταν έδιωχναν τον ένα μας από κάποιο σχολείο, αναγκαστικά έφευγε και ο άλλος. Αυτή η δουλειά γινόταν συνεχώς. Κάναμε, ας πούμε, μια χρονιά στο Δεύτερο Γυμνάσιο Αρρένων, που ήτανε στην Πλατεία Βικτωρίας, Χέυδεν και Αχαρνών. Ήταν ένα ιστορικό σχολείο από το οποίο έχουν περάσει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος κ.ά. Από ‘κεί με διώξανε λόγω μαλλιών. Μετά πήγαμε στο Πέμπτο, στα Εξάρχεια, Τοσίτσα και Τσαμαδού γωνία, όπου ο αδελφός μου ήταν συμμαθητής με τον Σταύρο Ξαρχάκο. Αφού κάναμε μια χρονιά κι εκεί, πήγαμε στη Λεόντειο, στα Πατήσια. Ήταν ένα σκληρό σχολείο. Στη Λεόντειο ήμουνα συμμαθητής και μάλιστα στο ίδιο θρανίο για δυο χρόνια με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Την επόμενη χρονιά πήγα σχολείο στον Τυχόπουλο, ένα μαλακό σχολείο, απ’ αυτά που λένε “ο πελάτης έχει πάντα δίκιο”. Από ‘κει πήρα και το απολυτήριο του Γυμνασίου…»